Μαρκιανή Βιβλιοθήκη

Μαρκιανή Βιβλιοθήκη
(Biblioteca Nazionale Marciana). Ιστορική βιβλιοθήκη της Βενετίας. Ιδρυτής της θεωρείται ο ποιητής Πετράρχης, ο οποίος, το 1362, υποσχέθηκε να δωρίσει τα βιβλία του στη Δημοκρατία της Βενετίας, με σκοπό τη συγκρότηση δημοτικής βιβλιοθήκης. Ωστόσο, η ανέγερση του κτιρίου πραγματοποιήθηκε πολύ αργότερα, όταν το 1468 ο Βησσαρίων, επίσκοπος Νικαίας, έθεσε στη διάθεση των μελετητών τη βιβλιοθήκη του, η οποία περιελάμβανε σημαντική συλλογή ελληνικών και λατινικών χειρογράφων. Τότε η γερουσία της Βενετίας αποφάσισε την κατασκευή ενός κτιρίου κατάλληλου για τη στέγαση της συλλογής, η οποία φυλασσόταν προσωρινά κοντά στη βασιλική του Αγίου Μάρκου (στην οποία οφείλεται η ονομασία της). Το μέγαρο, κατασκευασμένο από τον Τζιάκοπο Σανσοβίνο και διακοσμημένο με τοιχογραφίες από τους πιο φημισμένους Βενετσιάνους καλλιτέχνες της εποχής, περατώθηκε το 1559 και παραμένει έως σήμερα έδρα της Μ.Β. Στο πέρασμα των αιώνων η βιβλιοθήκη υπέστη διάφορες μετατοπίσεις και περιπέτειες. Οι πολύτιμες προσφορές, που κατά καιρούς αύξησαν τον πλούτο της, την καθιστούν ένα από τα σημαντικότερα Ινστιτούτα κωδίκων παλαιτύπων και εντύπων, κυρίως της βενετσιάνικης τυπογραφίας. Ανάμεσα στα έργα μεγάλης αξίας περιλαμβάνεται το περίφημο Breviario Grimani (αριστούργημα της φλαμανδικής τέχνης της μικρογραφίας, το οποίο ο καρδινάλιος Ντομένικο Γκριμάνι δώρισε πεθαίνοντας στη Δημοκρατία της Βενετίας), η συλλογή των Μανουτίων (1597) που αργότερα διασκορπίστηκε, η δωρεά Κονταρίνι (1713) και η συλλογή Φοντανίνι (1743). Το εσωτερικό της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας, στην οποία υπάρχουν και πολύτιμα ελληνικά χειρόγραφα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • βιβλιοθήκη — Δημόσια ή ιδιωτική συλλογή βιβλίων ή χειρογράφων, οργανωμένη με σκοπό τη διατήρησή τους ή τη διευκόλυνση των αναγνωστών να τα συμβουλεύονται και να τα μελετούν. Ο όρος σημαίνει επίσης και τον τόπο όπου φυλάσσονται τα βιβλία, αλλά και… …   Dictionary of Greek

  • κώδικας — Χειρόγραφο βιβλίο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη caudex (αργότερα codex), που αρχικά σήμαινε κορμό δέντρου και γενικότερα ξύλο, και κατέληξε να δηλώνει κατά τη ρωμαϊκή …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… …   Dictionary of Greek

  • δοξαράς — I Επώνυμο επτανησιακής οικογένειας με καταγωγή από τη Μάνη, μέλη της οποίας υπήρξαν γνωστοί ζωγράφοι, κληρικοί και στρατιωτικοί. 1. Δημήτριος (; – 1771). Ζωγράφος και στρατιωτικός. Ήταν γιος του Παναγιώτη (βλ. 4.) και αδελφός του Νικόλαου (βλ.… …   Dictionary of Greek

  • νικηφόρος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ίδρυσε τη Μονή Χαρσιανού. Η μνήμη του τιμάται στις 23 Οκτωβρίου. 2. Ν. ο Φωκάς. Αυτοκράτορας του Βυζάντιου. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Δεκεμβρίου. 3. Πιάστηκαν αιχμάλωτοι μαζί με τον Στέφανο και… …   Dictionary of Greek

  • Велудис, Иоаннис — Иоаннис Велудис Ιωάννης Βελούδης Дата рождения: 1811 год(1811) Место рождения: Венеция …   Википедия

  • Ιούλιος — I Ο έβδομος μήνας του έτους, με 31 ημέρες. Ονομάστηκε Ι. προς τιμήν του Ιουλίου Καίσαρα. Προηγουμένως ονομαζόταν Quintilis, γιατί στο ημερολόγιο του Ρωμύλου και του Νουμά Πομπιλίου ήταν ο πέμπτος μήνας (αρχίζοντας από τον Μάρτιο) του έτους. Κατά… …   Dictionary of Greek

  • Γαβράς — Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας, που ήταν γνωστή ήδη από τον 11ο αι. Τα μέλη της αναδείχτηκαν σημαντικοί στρατηγοί έως και τον 13o αι. Μεταγενέστερα εμφανίζονται με το ίδιο επώνυμο αξιόλογοι λόγιοι και συγγραφείς. Η καταγωγή εκείνων που… …   Dictionary of Greek

  • Γραδενίγος, Αλοΐσιος Αμβρόσιος — (Χανιά 1616 – Βενετία 1680).Λόγιος κληρικός, δάσκαλος και εκδότης. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα νεανικά του χρόνια. Όταν άρχισε πάντως ο Κρητικός πόλεμος με την απόβαση των Τούρκων στη Κρήτη (1645), ο Γ. ήταν ήδη πρωτοπαπάς των Χανίων και με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”